Ὑπακοῇ, εὐχῇ καὶ σκληραγωγίᾳ
Ἐφραίμ, διέπρεψας ἐν Κατουνακίοις
Ο 20ος αιώνας χαρακτηρίζεται ως ένας από τους πιο ταραγμένους αιώνες της ιστορίας.
Παρά ταύτα είναι ο αιώνας ανάδειξης πλειάδας επιφανών αγίων, ως επιβεβαίωση της μεγάλης αλήθειας, πως όπου: «επλεόνασεν ή αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν ή χάρις» (Ρωμ.5,20).
Μια τρανή απόδειξη ότι η Εκκλησία του Χριστού συνεχίζει και στις δύσκολες και παρακμιακές ημέρες μας, να σώζει και να αγιάζει, να αναδεικνύει αγίους.
Ανάμεσά τους ο νεωστί καταταγείς στους αγιολογικούς δέλτους, άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, μια σπουδαία ασκητική μορφή του αγιορείτικου μοναχισμού, άξιος συνεχιστής του γνησίου μοναχικού ιδεώδους της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Γεννήθηκε τις 6 Δεκεμβρίου 1912 στο χωριό Αμπελοχώρι Θηβών, από ευσεβείς γονείς, τον Ιωάννη Παπανικήτα και την Βικτώρια. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Ευάγγελος. Είχε άλλα τρία αδέλφια.
Η οικογένειά του μετακόμισε στην πόλη των Θηβών, για να διευκολυνθούν τα παιδιά στις σπουδές τους και εγκαταστάθηκε σε οικία, κοντά στο Ναό της Μεγάλης Παναγίας. Οι ευλαβείς και απλοϊκοί γονείς του του ενέπνευσαν την άδολη πίστη στο Θεό και την απλοϊκή ευσέβεια.
Από μικρό παιδί τον διέκρινε μια σπάνια ωριμότητα και φιλομάθεια και γι’ αυτό τον έστειλαν να σπουδάσει στο Γυμνάσιο και στο Σχολαρχείο Θηβών.
Ο Ευάγγελος έδειξε επιμέλεια στα μαθήματά του, αλλά περισσότερο τον έθελγε η Εκκλησία. Ο περικαλλής Ναός της Παναγίας είχε γίνει το δεύτερο σπίτι του. Σύχναζε στην εκκλησία, ντυνόταν παπαδάκι και χαιρόταν αφάνταστα με τα φανταχτερά του άμφια. Είχε αποκτήσει την αγάπη και την συμπάθεια των ιερέων και πολλών ενοριτών.
Η υγεία του όμως ήταν εύθραυστη, στα 14 χρόνια του, είχε εκδηλωθεί σοβαρή αλλεργική πάθηση στα μάτια του, με πολύ ενοχλητικούς κνησμούς, η οποία τον ακλούθησε σε όλη τη ζωή του.
Μετά την αποφοίτησή του από το Σχολαρχείο, οι γονείς του φρόντισαν να τον αποκαταστήσουν επαγγελματικά.
Αλλά όμως είχε γεννηθεί στην ψυχή του νεαρού Ευάγγελου μια ακατανίκητη έλξη για την μοναχική ζωή.
Καταλυτική επίδραση στις αποφάσεις του διαδραμάτισε η γνωριμία του με δύο σπουδαίους αγιορείτες μοναχούς και φίλους της οικογένειας, από το Πυρί της Βοιωτίας, Εφραίμ και Νικηφόρος, οι οποίοι αργότερα έγιναν οι πνευματικοί Γεροντάδες του.
Ισχυρή επίδραση είχε και η παρότρυνση της ευσεβούς μητέρας του, η οποία, ύστερα από θερμή προσευχή στον άγιο Εφραίμ το Σύρο, έλαβε την πληροφορία ότι ο Θεός προόρισε το γιό της να γίνει μοναχός και να προκόψει πνευματικά.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, σε ηλικία 21 ετών μετέβη στο Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε στα Κατουνάκια, στο Ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, όπου μόναζαν οι δύο προαναφερόμενοι Θηβαίοι μοναχοί, Εφραίμ και Νικηφόρος, και εντάχτηκε στη συνοδεία τους.
Αφού διήνυσε την διετή δοκιμασία, εκάρη μοναχός και έλαβε το μοναχικό όνομα Λογγίνος.
Με ζήλο και ταπεινό φρόνιμα προσέφερε πρόθυμα τις διακονίες που του ανέθεταν και με την καθοδήγηση των Γεροντάδων του άρχισε τον πνευματικό του αγώνα, ώστε, ενωρίς άρχισαν να διαφαίνονται οι αρετές του και η πνευματική του πρόοδος.
Το 1935 έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από το Γέροντά του Νικηφόρο, λαμβάνοντας το όνομα Εφραίμ και το επόμενο έτος έλαβε το αξίωμα της ιεροσύνης.
Καλλιεργώντας με ζήλο, ακρίβεια και επιμέλεια την κλίμακα των αρετών, αναδείχτηκε ενωρίς ένας γνήσιος μοναχός, φορέας πνευματικής ωριμότητας.
Είχε λάβει το προσωνύμιο «ο χαρισματούχος υποτακτικός», λόγω της υπακοής που επέδειξε στον Γέροντα Νικηφόρο, έναν γέροντα πολύ σκληρό και δύστροπο.
Σπουδαίος σταθμός στη μοναχική του ζωή υπήρξε η γνωριμία του με τον άγιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή (1898-1959), τον αποκαλούμενο και «πρύτανη της ησυχαστικής ζωής».
Αφού πήρε την ευλογία από τον Γέροντά του Νικηφόρο, συνδέθηκε πνευματικά με τον Ιωσήφ, ο οποίος την εποχή εκείνη βρισκόταν στο απόγειο της πνευματικής του ωριμότητας.
Όπως είναι γνωστό ο Γέροντας Ιωσήφ είχε μυηθεί στην πνευματική και ησυχαστική ζωή από τους περίφημους αγιορείτες ησυχαστές μοναχούς Καλλίνικο και Δανιήλ.
Ο Γέροντας Ιωσήφ δέχτηκε με χαρά τον Εφραίμ, διαβλέποντας ότι είχε ενώπιον του έναν μοναχό ζηλωτή της μοναχικής ζωής, στολισμένο με την αρετή της ταπείνωσης.
Έβγαλε ένα πρόγραμμα ησυχαστικής ζωής, το οποίο έδωσε στον Εφραίμ και του ζήτησε να το τηρεί με ακρίβεια.
Του δίδαξε την καλλιέργεια της Νοεράς Προσευχής, της μονολόγιστης Ευχής: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησoν με», ως αδιάλειπτη προσευχή, σύμφωνα με την προτροπή του αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄Θεσ.5,17), ως αδιάκοπη μνήμη του Θεού, ως διαρκή αίσθηση της παρουσίας Του, ως τρόπο ζωής.
Παράλληλα ο άγιος Γέροντας Ιωσήφ του δίδαξε τον τρόπο της «φυλακίσεως των αισθήσεων», τον τρόπο αποκοπής των παθών και απόκρουσης των πειρασμών, με τον οποίο καθαρίζεται ο νους από πονηρούς λογισμούς και οδηγείται στον θείο φωτισμό.
Μελετούσε με πάθος την «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών» και εντρυφούσε στα ιερά διδάγματα των ασκητικών Πατέρων, τους οποίους ήθελε να γίνει μιμητής και ακόλουθός τους.
Κοντά στο φωτισμένο Γέροντα διδάχτηκε την καλλιέργεια της ταπείνωσης και της υπακοής, ως βασικές αρετές της γνήσιας μοναχικής ζωής, δια των οποίων ο μοναχός αποκόβει το δικό του θέλημα και καθίσταται διάκονος των εν Χριστώ αδελφών του.
Με μεγάλη προθυμία εκτελούσε άοκνα τις πιο ταπεινές και κουραστικές διακονίες. Παράλληλα ασκούνταν στην αυστηρή νηστεία, την αγρυπνία και στο θείο στοχασμό.
Ασκήθηκε ιδίως στην καταπολέμηση της κενοδοξίας, αποφεύγοντας κάθε ανθρώπινο έπαινο και θεωρώντας και παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως άσημο και αμαρτωλό.
Πίστευε και δίδασκε πως ό, τι καλό κατορθώσουμε, είναι μηδαμινό στα μάτια του Θεού και δώρο δικό Του.
Η κενοδοξία είναι ένα από τα πλέον δολερά πάθη, με το οποί μας παγιδεύει ο πονηρός, για να πιστέψουμε ότι είμαστε δήθεν σπουδαίοι και να μας οδηγήσει στην υπερηφάνεια.
Στα 1973 κοιμήθηκε ο Γέροντάς του Νικηφόρος ο Θηβαίος. Το 1980, κατ’ εντολήν και ευλογία του Γέροντος Ιωσήφ, σύστησε δική του μοναχική συνοδεία.
Από τότε επωμίσθηκε και την ευθύνη της πνευματικής καθοδήγησης της αδελφότητας.
Με πνεύμα αγάπης, πραότητας και διάκρισης δίδασκε, νουθετούσε και παιδαγωγούσε τους υποτακτικούς του, κερδίζοντας την αγάπη τους, το σεβασμό τους και την αφοσίωσή τους.
Οι νέες λειτουργικές και τις καθοδηγητικές ευθύνες του, δεν μείωσαν τον προσωπικό του αγώνα. Απομονωμένος στο φτωχικό και απέριττο κελί του, προσεύχονταν με θέρμη για όλο τον κόσμο και τελευταία για τον εαυτό του.
Αγρυπνούσε προσευχόμενος, μειώνοντας στο ελάχιστο τον ύπνο του.
Τηρούσε με ακρίβεια και ιδιαίτερη αυστηρότητα τις νηστείες, αρκούμενος σε στοιχειώδη τροφή.
Συνέχιζε να τον ταλαιπωρεί η νεανική του πάθηση της αλλεργίας, αλλά και μια σπάνια μορφή εκζέματος στην άρθρωση του ποδιού του.
Όμως υπέφερε τα σωματικά του παθήματα με υπομονή και δοξολογία στο Θεό, θεωρώντας τα ως παιδαγωγικά μέσα για την τελείωσή του.
Η πνευματική του πρόοδος επιβραβεύτηκε από το Θεό, με το διορατικό χάρισμα, το οποίο είναι απτό σημείο αγιότητας.
Μπορούσε να διαβάζει τα κρυφά των καρδιών και του νου των ανθρώπων, με σκοπό πάντα να τους ωφελήσει παιδαγωγικά και να τους συμβουλεύει πατρικά.
Είχε αποκτήσει την ικανότητα να χορηγεί τα πλέον αποτελεσματικά πνευματικά φάρμακα, για την σωτηρία τους.
Είχε αξιωθεί επίσης και με το προορατικό χάρισμα. Χαρακτηριστική περίπτωση η πρόρρησή του για το μεγάλο σεισμό στη Θεσσαλονίκη το 1977.
Προσφωνούσε τους επισκέπτες του με τα ονόματά τους, χωρίς να τους γνωρίζει πρωτύτερα και φανερώνοντας τα κρύφια της ψυχής τους, με σκοπό πάντα την ψυχική τους ωφέλεια, την πνευματική τους πρόοδο και τη σωτηρία τους.
Είναι πολύ σημαντική η μαρτυρία του γνωστού δογματολόγου καθηγητού του της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, σχετικά με την γνώμη του Γέροντα Εφραίμ, για την σύγχρονη παναίρεση του Οικουμενισμού, την σύνοψη όλων των κακοδοξιών του παρελθόντος.
Ο Γέροντας του απάντησε με μια φρικτή προσωπική του εμπειρία.
Ύστερα από θερμή ολονύκτια προσευχή, για να του αποκαλυφτεί τι είναι ο Οικουμενισμός: «γέμισε το κελί μου από αφόρητη δυσωδία, η οποία μου έφερνε ασφυξία στην ψυχή, δεν μπορούσα να αναπνεύσω πνευματικά»!
Και συνέχισε: «Σε όλες τις περιπτώσεις, που είναι μπλεγμένες με μάγια, με ακάθαρτα πνεύματα, αυτή είναι η κατάσταση, στην οποία με εισάγει.
Μερικές φορές υπάρχει και λεκτική απάντηση, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, αυτή ήταν η απάντηση και έχω απόλυτη τη βεβαιότητα, ότι ο Οικουμενισμός δεν έχει το Πνεύμα το Άγιο, αλλά το πνεύμα το ακάθαρτο»!
Λυπόνταν ο αγιασμένος Γέροντας, βλέποντας τα «τολμηρά ανοίγματα» πολλών ορθοδόξων κληρικών προς τους αιρετικούς, παραβιάζοντας την παράδοση της Εκκλησίας.
Επίσης τον απασχολούσε και η ενότητα της Εκκλησίας. Λυπόταν αφάνταστα για τα σχίσματα, τονίζοντας εμφαντικά, πως «το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος»!
Μια άλλη πτυχή της πνευματικότητας και της αγιότητας του αγίου Εφραίμ είναι και η συγκλονιστική, από μέρους του, βίωση της Θείας Λειτουργίας.
Όπως είχε αποκαλύψει ο ίδιος σε ιερομόναχο φίλο του, κατά την ώρα του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων, έβλεπε το Χριστό στα άγιο δισκάριο, αδυνατώντας να συγκρατεί τα δάκρυά του και καταβρέχοντας το Ιερό Αντιμήνσιο.
Επίσης έβλεπε δίπλα του αγγέλους την ώρα που λειτουργούσε! Όπως έλεγε ο ίδιος, η κάθε λειτουργία ήταν γι’ αυτόν και μια θεοπτία!
Το 1996 ο όσιος Γέροντας έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και καθηλώθηκε σε ακινησία για δύο χρόνια.
Δέχτηκε τη δοκιμασία αυτή ως παιδαγωγία και ευλογία από το Θεό, δοξολογώντας και ευχαριστώντας Τον.
Στις 27 Φεβρουαρίου του 1998 κοιμήθηκε εν ειρήνη, παραδίδοντας την αγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Θεού, τον Οποίο αγάπησε και υπηρέτησε πιστά σε όλη του τη ζωή και ετάφη στον περίβολο του κελιού του, σε τάφο που είχε ανοίξει ο ίδιος πριν από χρόνια και εκεί στοχάζονταν την ματαιότητα του κόσμου και την αξία της σωτηρίας.
Στις 9 Μαρτίου του 2020 η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου προέβη στην αγιοκατάταξή του, ορίζοντας να εορτάζεται η μνήμη του στις 27 Φεβρουαρίου, την ημέρα της οσιακής του κοίμησης.
Ο νεοφανής άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης αποτελεί αναμφίβολα λαμπρό παράδειγμα αγωνιζόμενου πνευματικού ανθρώπου στην σύγχρονη άνυδρη πνευματικά και υλόφρονη εποχή μας.
Επίσης αποτελεί ζωντανή μαρτυρία η ομολογία του για την δαιμονική προέλευση του Οικουμενισμού, για την πρωτοφανή, στις τραγικές ημέρες μας, επέλαση του θρησκευτικού συγκρητισμού, ο οποίος στοχεύει να καταπνίξει και να εξαφανίσει την μόνη σώζουσα αλήθεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, της μοναδικής Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού.
Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου – Καθηγητού | Romfea.gr