Αθαμάνας: Αδυνατεί ίσως και η πλουσιότερη γλώσσα του κόσμου, η ελληνική, να περιγράψει την καρικατούρα που βλέπετε... Όπως επίσης και να περιγράψει το απίστευτο χάλι του "λαού" που έφερε στην εξουσία ένα τέτοιο "υποκείμενο"... Ως δικτάτωρ πάντως θα έχει και το ανάλογο τέλος, όπως είχαν όλοι οι υπόλοιποι... "Κοντός Ψαλμός, Αλληλούια"...
Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης, τέως Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.
«Θα επιτρέψει ο Κύριος να σας κυβερνούν εμπαίκτες και δικτατορίσκοι»
(π. Αθανάσιος Μυτιληναίος)
Όταν ο Χίτλερ έγινε καγκελάριος της Γερμανίας (στις 30 Ιανουαρίου 1933), ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να διορίσει Υπουργό Προπαγάνδας και Δημόσιου Διαφωτισμού τον δρ. Γιόζεφ Γκαίμπελς, «έναν εύγλωττο τριανταπεντάχρονο από τη Ρηνανία».
Σύμφωνα με την εξιστόρηση του David Irving στον πρώτο τόμο του ογκώδους έργου του «Ο Πόλεμος του Χίτλερ»
Ο Χίτλερ θεωρούσε αδικαιολόγητη σπατάλη ζωτικών εθνικών πόρων τη συχνή σκανδαλοθηρία των εφημερίδων των δημοκρατιών. Πίστευε ότι ο Τύπος θα μπορούσε να γίνει ισχυρό όργανο εθνικής πολιτικής. Η ελευθερία των εφημερίδων είχε ήδη σοβαρά περιορισθεί με νόμους που είχαν ψηφιστεί από τις προ-χιτλερικές κυβερνήσεις του Heinrich Brüning και του Franz von Papen. Ο Γκαίμπελς, ωστόσο, ξεπέρασε και τους δύο, φιμώνοντας τις φωνές των διαφωνούντων, εκκαθαρίζοντας τους δημοσιογραφικούς οργανισμούς κι ευθυγραμμίζοντάς τους με τη ναζιστική πολιτική, ή απλώς κατάσχοντας τις εγκαταστάσεις τους. Για να εγκαθιδρύσει ένα κυριολεκτικό μονοπώλιο Τύπου του Ναζιστικού Κόμματος, ο Χίτλερ χρησιμοποίησε τον εκδοτικό οίκο του Franz Eher, τον οποίο είχε αγοράσει το Κόμμα το 1920 (σε μια περίοδο όπου ο οίκος αυτός εξέδιδε μια αναξιόπιστη καθημερινή εφημερίδα στο Μόναχο, τη Völkischer Beobachter, με μόλις 7.000 αναγνώστες. Ο Χίτλερ διόρισε τον Απρίλιο του 1922 διαχειριστή του Eher τον Max Amann, επιλοχία του στον Παγκόσμιο Πόλεμο και η κυκλοφορία της εφημερίδας άρχισε να αυξάνεται).
Μέσα σε έναν χρόνο από την κατάληψη της εξουσίας το 1933, το Ναζιστικό Κόμμα θα είχε κάτω από τον έλεγχό του 86 εφημερίδες με 3.200.000 αναγνώστες. Ενεργοποιήθηκαν νόμοι και έκλεισαν 120 σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά τυπογραφεία, τα οποία πουλήθηκαν στο Κόμμα σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Max Amann σύντομα ήλεγχε μια Αυτοκρατορία από 700 εφημερίδες.
Εβραίοι και Μαρξιστές απαγορευόταν να ασχοληθούν κατά οποιοδήποτε τρόπο με τη δημοσιογραφία. Από τα μέσα του 1935, ο Καθολικός Τύπος εκκαθαρίστηκε επίσης, λόγω των διασπαστικών του τάσεων. Όπως τόνισε ο Γκαίμπελς: «Απορρίπτω την ιδέα ότι μπορεί να υπάρχουν στην Γερμανία καθολικές και προτεσταντικές εφημερίδες, ή εργατικές ή αγροτικές, των αστών και του προλεταριάτου. Υπάρχουν μόνο γερμανικές εφημερίδες».
Παράλληλα με τον απόλυτο έλεγχο του Τύπου, ο Χίτλερ φρόντισε να εδραιώσει και το αστυνομικό κράτος, ελέγχοντας την αστυνομία μέσω του Χάινριχ Χίμλερ, αρχηγού των SS.
Σύμφωνα με όσα γράφει ο Irving για τον έλεγχο των αστυνομικών δυνάμεων ολόκληρου του Ράιχ:
O Χίτλερ δέχθηκε πρόθυμα ότι τα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» του Χίμλερ ήταν απαραίτητα για την πολιτική αναμόρφωση των διαφωνούντων καθώς και των ακόλαστων, επειδή από το 1935 τα στρατόπεδα θα φιλοξενούσαν πάρα πολλούς άτυχους τους οποίους ο Χίμλερ είχε φυλακίσει, θεωρώντας πως αυτό ήταν απαραίτητο μέτρο δραστικής θεραπείας για κάποια απεχθή ανθρώπινα ολισθήματα. «Η τιμωρία δεν σας επιβάλλεται από τον Φύρερ για να σας κάνει κακό», έγραφε ο Χίμλερ σε έναν αλκοολικό έγκλειστο στο Νταχάου, στις 18 Μαΐου 1937, «αλλά για να σας απομακρύνει από έναν δρόμο που, όπως είναι φανερό, οδηγεί εσάς και την οικογένειά σας στην καταστροφή».
Ο Irving συνεχίζει την αφήγησή του, εξιστορώντας τα κατορθώματα του Χίτλερ στο τομέα της επιτήρησης των πολιτών:
Ένας από τους πιο σημαντικούς τομείς επιτήρησης στο αστυνομικό κράτος του Χίμλερ ελεγχόταν όχι από τον Χίμλερ, αλλά από τον Χέρμαν Γκαίρινγκ. Κι αυτός ο τομέας ήταν το Forschungsamt ή «Γραφείο Ερευνών», που συγκροτήθηκε τον Απρίλιο του 1933, μονοπολώντας τις υποκλοπές. Το γραφείο αυτό ήταν μια πηγή αστυνομικής, οικονομικής και πολιτικής κατασκοπίας ανώτατης βαθμίδας. Τυπωμένα σε χαρακτηριστικά καφέ χαρτιά που τους χάρισαν και το διάσημο όνομά τους –«καφέ σελίδες»– τα προϊόντα αυτά των υποκλοπών μοιράζονταν στους υπουργούς του Χίτλερ μέσα σε κλειδωμένα ταχυδρομικά κουτιά ή με το εσωτερικό ταχυδρομείο, αλλά με την αυστηρή ένδειξη «ιδίαις αυτού χερσίν».
Δυστυχώς, το σύνολο των αρχείων του Γραφείου αυτού καταστράφηκε το 1945. Σκόρπια τμήματά του που περισώθηκαν, αποδεικνύουν τη σκοτεινή αποτελεσματικότητά του, μέσα από υποκλοπές ρουτίνας […] για πρόσωπα δευτερευούσης σημασίας, όπως ο Gauleiter Julius Streicher, η Miss Unity Mitford, η πριγκίπισσα Stephanie Hohenlohe, οι ερωμένες του Γκαίμπελς ή ακόμη κι ο υπασπιστής του Χίτλερ Fritz Wiedemann. […] Παρακολουθούνταν επίσης και Γερμανοί, μέλη της αντιπολίτευσης. Μια «καφέ σελίδα» αναφέρεται σε τηλεφωνική συνομιλία της συζύγου του στρατηγού Kurt von Scheicher με μια φίλη της, που αναφερόταν σε ένα γρίφο: «Τι είναι αυτό που χωρίς το i, κανένας δεν θέλει να είναι, ενώ με το i, όλοι θέλουν να είναι;». Η απάντηση ήταν arisch, δηλαδή Άριος. Arsch σημαίνει οπίσθια.
Τα παραπάνω χωρία θα τα βρει ο αναγνώστης στο πρώτο μέρος του πρώτου τόμου του προαναφερθέντος βιβλίου, και ειδικότερα στο πρώτο κεφάλαιο του εν λόγω μέρους, που ο Irving τιτλοφορεί: «Δικτάτορας με συναίνεση».
Δεν χρειάζεται να καταβάλει κανείς μεγάλη διανοητική προσπάθεια για να αντιληφθεί τις ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στην χιτλερική διακυβέρνηση του 1933 και την μητσοτακική διακυβέρνηση των ετών 2019-2023, η οποία στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στους δύο πυλώνες της ναζιστικής επιβολής: από την μια πλευρά στον έλεγχο του Τύπου και, από την άλλη πλευρά, στην ακουστική παρακολούθηση των πολιτών.
Κάθε ενδιαφερόμενος να δει καθαρά ποιος δικτάτωρ μας κυβερνά φορώντας την μάσκα του δημοκράτη, θα αρκούσε να επισκοπήσει τα πρωτοσέλιδα των μεγαλύτερων σε κυκλοφορία εφημερίδων, για να διαπιστώσει ότι, ακόμη και οι εφημερίδες που στο παρελθόν ανήκαν παραδοσιακά σε αντίπαλο κομματικό στρατόπεδο, όπως π.χ. ΤΟ ΒΗΜΑ και ΤΑ ΝΕΑ, ή εφημερίδες που παραδοσιακά ασκούσαν κριτική στην κυβέρνηση, αναδεικνύοντας διάφορα σκάνδαλα, όπως το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ (γνωστό και ως «ΠΡΩΤΟ ΨΕΜΑ»), τώρα λιβανίζουν νυχθημερόν τον «γαλάζιο ηγεμόνα».
Στο πιο πρόσφατο λιβάνισμα της τελευταίας αυτής φυλλάδας, ο «γαλάζιος ηγεμόνας» έδωσε συνέντευξη στον κριτικό κινηματογράφου Δημήτρη Δανίκα (ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 15.1.2023, σελ. 5 επ.)
, γνωστό κι μη εξαιρετέο για το χυδαίο κυνήγι που είχε εξαπολύσει εναντίον των ανεμβολίαστων πολιτών, αποκαλώντας τους ταχαντάρτες, ανεγκέφαλους, ανόητους, πανίβλακες και λάτρεις θεωριών συνωμοσίας (βλ. άρθρο του με τίτλο ««Εμβολιασμένοι Πολιορκημένοι»», ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 14.11.2021, σελ. 2).
Ο εν λόγω κριτικός, που επί εποχής κορωνοϊού έχει αναβαθμισθεί σε πολιτικό αναλυτή και διαπρύσιο μητσοτακογλείφτη, έδωσε αρκετές πάσες στον «γαλάζιο ηγεμόνα», για να μπορέσει τούτος να αυτοπροβληθεί ως κάτι που δεν είναι. Κάθε δικτάτορας, άλλωστε, μιλά πάντοτε ανάποδη γλώσσα σε σχέση με την πραγματικότητα, για να χαϊδεύει τα αφτιά των ανυποψίαστων προβάτων. Αυτός είναι ο ορισμός του «προβατόσχημου λύκου».
Και σε αυτήν την συνέντευξη, σαν να έχει μάθει απέξω στιχάκι ποιήματος, ο «γαλάζιος ηγεμόνας» είπε ότι:
είναι ένας «βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός με πολύ έντονες κοινωνικές ευαισθησίες, οι οποίες σε πολύ μεγάλο βαθμό αναδείχθηκαν μέσα από την πολιτική του».
Αυτολεξεί τον όρο «βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός» είχε χρησιμοποιήσει και από το βήμα της Βουλής, την 1η Δεκεμβρίου 2021, όταν συζητείτο η τροπολογία για την επέκταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού στους πολίτες άνω των 60 ετών. Τότε είχε δηλώσει ότι:
«είναι ένας βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός και οποιαδήποτε έννοια υποχρεωτικότητας μου είναι επί της αρχής, ειδικά όταν πρόκειται για ζητήματα υγείας, αρκετά, θα έλεγα, δυσκολοχώνευτη».
Επίσης, μιλώντας πριν από περίπου έναν μήνα από τον καναπέ της κυρα-Ναταλίας (Γερμανού), είχε πει ότι:
«είναι ένας φιλελεύθερος πολιτικός» και γι’ αυτό «δεν πρόκειται να βάλει περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης»
(βλ., όμως, την Σημείωση του παρόντος κειμένου).
Τόσες φορές που έχει πει ότι είναι ένας «βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός», προφανώς το έχει χωνέψει και ο ίδιος, ευελπιστεί δε ότι θα «φάνε το παραμύθι» και κάποιοι καλοκάγαθοι πολίτες.
Στον Θαυμαστό Ανάποδο Κόσμο μας, όμως, όποιος επαναλαμβάνει μονότονα ότι είναι βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός υπονοεί ότι είναι ένας (καμουφλαρισμένος-προβατόσχημος) στυγνός δικτάτωρ.
Όπως επισημαίνει ο Καλογερόπουλος-Kaloy στο βιβλίο του «Η προπαγάνδα μέσον βιασμού των λαών. Η Φιλοσοφία της Προπαγάνδας»
:
«Να προσέχεις και να επικαλείσαι το όνομα αντί για το πράγμα» (είναι χαρακτηριστική η χρήσις του ονόματος «Δημοκρατία» από τα μαρξιστικά ολοκληρωτικά καθεστώτα). «Όσο περισσότερο καταλύεις την Δημοκρατία, τόσο περισσότερο να επικαλείσαι το όνομά της».
Τηρουμένων των αναλογιών, όποιος επικαλείται διαρκώς τον φιλελευθερισμό ασπάζεται τον ολοκληρωτισμό.
Στην ίδια συνέντευξη, ο «γαλάζιος ηγεμόνας» είπε:
«Εγώ είμαι ο προϊστάμενος. Όλα με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο αρχίζουν και τελειώνουν στον προϊστάμενο»
.
Παραδόξως, τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του διώκτη των ανεμβολίαστων Δ. Δανίκα λειτούργησαν, και έκανε το εξής σχόλιο:
«Μου θυμίζει λίγο σοβιετικό μοντέλο, Κρεμλίνο δηλαδή».
Τότε ο «γαλάζιος ηγεμόνας» απάντησε μη πειστικά:
«Όχι καθόλου. Αντιθέτως. Αναρωτιέμαι ποιο θα ήταν το εναλλακτικό μοντέλο, να έχουμε υπουργούς που ο καθένας θα έκανε ό,τι ήθελε;».
Πάντως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα διάφορα παρωνύμια που έχει καθιερώσει ο ελληνικός λαός οσάκις αναφέρεται, περιπαικτικά ή μη, στον «γαλάζιο ηγεμόνα» («Κούλης», «πατερκούλης», «κάθαρμα» κ.λπ.· πρβλ. την φράση «Μ.γαμ.») ταιριάζουν σε παλιάτσο με χιτλερικό μουστάκι και καθόλου σε κάποιον «πανίσχυρο δικτάτορα» που ηγείται ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος.
Ως εκ τούτου, θα άξιζε να επαναφέρουμε στην μνήμη μας την αλήστου μνήμης Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία είχε πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Η Αλίκη δικτάτωρ», υποδυόμενη μια πολύτεκνη νεαρή κοπέλα, που για να τα βγάλει οικονομικά πέρα παρίστανε τον Σαρλό στον ρόλο του δικτάτορα από την ομώνυμη ταινία.
Στην εν λόγω ελληνική ταινία του 1972 έκανε μια σύντομη εμφάνιση ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο οποίος ενσάρκωσε τον ρόλο του εκδότη μιας εφημερίδας, ο αρχισυντάκτης της οποίας είχε επιλέξει για πρωτοσέλιδο τον τίτλο «θα γίνουν εκλογές», πράγμα αδιανόητο για ένα δικτατορικό καθεστώς. Έτσι, ο εκδότης επέπληξε τον αρχισυντάκτη, φωνάζοντάς του ότι η εφημερίδα θα κατηγορηθεί για διασπορά «ψευδών ειδήσεων»
.
Μήπως τελικά και η δήλωση του «γαλάζιος ηγεμόνας» στην πρόσφατη συνέντευξη προς τον «διαπρύσιο μητσοτακογλείφτη» ότι «δεν έχει αποφασίσει αν οι εκλογές θα γίνουν Απρίλιο ή Μάιο» είναι μπλόφα; Άραγε, αν ισχύει ότι ξαναζούμε σε ριμέικ την ταινία της Φίνος Φίλμ, η οποία αυτή την φορά έχει τίτλο «Ο Μητσοτάκης δικτάτωρ», ο διαζευκτικός καθορισμός του χρόνου των εκλογών από τον «γαλάζιο ηγεμόνα» δεν ανήκει στην κατηγορία των fake news;
Εν πάση περιπτώσει, είναι άλλο πράγμα να είσαι «γαλάζιος ηγεμόνας» και άλλο «γαλαζοαίματος βασιλεύς». Όταν, όμως, θέλεις να πιστοποιείς ότι είσαι «γαλάζιος ηγεμόνας» των ραγιάδων δεν είναι νοητό να αναγνωρίζεις την αναπαλλοτρίωτη ιδιότητα του (τέως) «γαλαζοαίματου βασιλέως» των Ελλήνων. Αυτές οι δύο προσωπικότητες τελούν σε σχέση λογικού αλληλοαποκλεισμού.
Εξάλλου, ο τρόπος με τον οποίο ο «γαλάζιος ηγεμόνας» χειρίστηκε το ζήτημα της (τσιγγούνικης) ταφής του «γαλαζοαίματος βασιλέως», αρνούμενος να εγκρίνει την ταφή του δημοσία δαπάνη, αποδεικνύει δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι ζούμε σε ανάποδο κόσμο, αφού το 2005 η κυβέρνηση της Ν.Δ. είχε κηδεύσει δημοσία δαπάνη τον γ.γ. ΚΚΕ Χαρίλαου Φλωράκη, τιμώντας τον για τις εξαιρετικές υπηρεσίες που προσέφερε στον Λαό, στην Πατρίδα και στη Έθνος. Μία από αυτές τις εξαιρετικές υπηρεσίες ήταν η συμμετοχή του Φλωράκη στην αποτρόπαιη δολοφονία (μετά βιασμού και βασανιστηρίων) της δασκάλας Ουρανίας Παναγιωτοπούλου-Ηλιοπούλου, η οποία διεπράχθη στις 6 Σεπτεμβρίου 1947 από τους αντάρτες του
.
Δεύτερον, ότι ο «γαλάζιος ηγεμόνας» έγραψε τους θεσμούς στα παλιά του τα παπούτσια (διάβαζε ανάποδα: στα πάντοτε ολοκαίνουργια και καλογυαλισμένα παπούτσια του, τα οποία πάντοτε φροντίζει να επιδεικνύει), επιχειρώντας να ξαναγράψει την Ιστορία ως αρνητής μιας βασιλικής ιδιότητας, η οποία –είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε– ούτε ευσταθεί ούτε πίπτει από ένα δημοψήφισμα (αντιστοίχως, ένας καθηγητής πανεπιστημίου εξακολουθεί να φέρει τον τίτλο του καθηγητή ανεξαρτήτως αν παραιτήθηκε, και δη εξαιτίας κραυγαλέα αντιδημοκρατικών και αντιακαδημαϊκών χειρισμών στους οποίους προέβη η κυβέρνηση του βαθιά φιλελεύθερου «γαλάζιου ηγεμόνα» – βλ. και όσα αναφέρονται στην Σημείωση του παρόντος κειμένου).
Ως γνωστόν, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 1974 έκρινε το μέλλον του θεσμού της Μοναρχίας στην Ελλάδα, αλλ’ ουδόλως έπληξε την βασιλική ιδιότητα του Κωνσταντίνου, ο οποίος από εκείνη την στιγμή ήταν τέως Βασιλεύς της βασιλεύς της Ελλάδος. Και εφόσον, κατά το παρελθόν, άσκησε Πολιτειακή Εξουσία ως Αρχηγός Κράτους, του άξιζε η επίσημη απόδοση τιμών, χωρίς όμως να συνδέονται με την υποψία παλινόρθωσης της βασιλικής δυναστείας.
Ότι, βεβαίως, και η βασιλεία εξυπηρέτησε (και εξυπηρετεί) το παλαιό καλοδουλεμένο σχέδιο επιβολής της παγκόσμιας δικτατορίας, αυτό είναι αναμφισβήτητο.
Αλλά τούτη την ώρα προέχει να σταχυολογήσουμε τα αποτυπώματα που αφήνουν πίσω τους οι εμπαίκτες δικτατορίσκοι, οι οποίοι, όπως έλεγε ο προορατικός π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, «επιτρέπει ο Κύριος να μας κυβερνούν»
.
Συνοψίζοντας λοιπόν τα πέντε δικτατορικά αποτυπώματα που σκιαγραφήθηκαν στο παρόν κείμενο (επειδή υπάρχουν κι άλλα πολλά αποτυπώματα, η απαρίθμηση είναι εν γένει ενδεικτική):
- 1. Όποιος αυτοχαρακτηρίζεται προϊστάμενος, από τον οποίο όλα αρχίζουν και στον οποίο όλα τελειώνουν
- 2. Όποιος λέει, όπου σταθεί και όπου βρεθεί, ότι είναι «βαθιά φιλελεύθερος πολιτικός»
- 3. Όποιος ελέγχει σχεδόν τη μεγαλύτερη μερίδα του Τύπου (και εν γένει των ΜΜΕ)
- 4. Όποιος παρακολουθεί τις τηλεφωνικές συνομιλίες των πολιτών
- 5. Όποιος προσπαθεί να ξαναγράψει την Ιστορία, αρνούμενος τους θεσμούς (η
κ. Αχτσιόγλου, εφαρμόζοντας την λογική του ανάποδου κόσμου, επεχείρησε
να κάνει το μαύρο άσπρο, δηλώνοντας ανερυθρίαστα ότι «ένας άνθρωπος
έχασε τη ζωή του, συλλυπούμαστε την οικογένειά του, αυτά είναι δεδομένα,
αλλά από εκεί και πέρα ούτε θα ξαναγράψουμε την ιστορία ούτε θα ξεπλύνουμε ένα καθεστώς»
… αυτός είναι «Ο Μητσοτάκης δικτάτωρ»!
Ότι ο συγκεκριμένος τύπος δικτάτορα δεν είναι ευχερώς αναγνωρίσιμος οφείλεται στο γεγονός ότι φορά την μάσκα του ψευδοφιλελεύθερου και είναι ενταγμένος σε ένα κοινοβουλευτικό (ορθότερα: κΥνοβουλευτικό) σύστημα που, κάτω από το καθωσπρέπει περιτύλιγμά του, κρύβει έναν σατανικά μεθοδευμένο ολοκληρωτισμό. Γι’ αυτό, άλλωστε, μιλάμε για «έξυπνη δικτατορία» και, αντιστοίχως, για «έξυπνους δικτατορίσκους» (το «έξυπνοι» ισοδυναμεί με το «εμπαίκτες» της παραπάνω φράσης του π. Αθανασίου Μυτιληναίου).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί πού βρίσκεται το 6ο αποτύπωμα της μητσοτακικής δκτατορίας, ώστε να δικαιολογείται ο υπότιτλος του παρόντος άρθρου «5 + 1 αποτυπώματα…».
Το «+ 1» αφορά την, υπό του παρόντος δικτατορικού καθεστώτος, εργαλειοποίηση του (δήθεν) ανένταχτου φοιτητή της Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ., ο οποίος στις 28 Ιανουαρίου 2021 έστειλε φοιτητική καταγγελία (με το αίτημα να μείνουν απόρρητα τα στοιχεία του!) στον Συνήγορο του Φοιτητή εναντίον του γράφοντος, επειδή ο τελευταίος τολμούσε να διδάσκει τους φοιτητές του τις αρχές και τις αξίες πάνω στις οποίες χτίσθηκε ο νομικός πολιτισμός μας και, ειδικότερα, διαμορφώθηκε το Ποινικό και Συνταγματικό Δίκαιο, επικρίνοντας, πάντοτε τεκμηριωμένα, τον «βαθιά φιλελεύθερο» Κυρ. Μητσοτάκη και τους περίφημους «ει-δικούς» του για τα προδήλως αντισυνταγματικά, δρακόντεια υγειονομικά μέτρα που θεσπίσθηκαν (τάχα) για την καταπολέμηση της πανδημίας.
Τόσο «βαθιά φιλελεύθερος» πολιτικός είναι ο «Μητσοτάκης δικτάτωρ», που δεν άντεξε να ακούγεται η μοναδική αντίθετη φωνή μέσα στο πανεπιστήμιο. Αυτή ακριβώς είναι η λογική της «μηδενικής ανοχής» που εφαρμόζεται από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα!
Σημειωτέον ότι το μεν Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης αρνήθηκε μέχρι τέλους, όλως παρανόμως, να μου φανερώσει τα στοιχεία του «ανένταχτου φοιτητή Νομικής» (στον ανάποδο κόσμο, ανένταχτος σημαίνει απολύτως ενταγμένος!), ώστε να ζητήσω δικαστική προστασία και έτσι να αποκαταστήσω το σπιλωθέν όνομά μου, η δε εισαγγελία έθεσε εν τέλει στο αρχείο την υποβληθείσα κατ’ αγνώστων έγκλησή μου, υιοθετώντας το αφήγημα περί απορρήτου.
Το ηθικό δίδαγμα του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου μας είναι το εξής:
Σε μια σύγχρονη, «έξυπνη δικτατορία» οι νόμοι υπάρχουν για να προστατεύουν εκείνους που τους παραβιάζουν, και όχι εκείνους που τους διδάσκουν!
Άραγε, πόσο χοντρό παιχνίδι παίχτηκε πίσω από την πλάτη του τέως Αναπλ. Καθηγητή Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ. Κωνσταντίνου Β.;
Παρόμοιο ερώτημα μπορεί να απασχολούσε και τον τέως Βασιλέα της Ελλάδος Κωνσταντίνο Β΄ – πόσο περίεργες κάποιες ονοματικές συμπτώσεις!
Τώρα που κοιμήθηκε ο τελευταίος κοσμικός βασιλεύς της Ελλάδος, μπορούμε σημειολογικά να ελπίζουμε στην έλευση κάποιου θεόσταλτου βασιλέως, ο οποίος θα μας επιτρέψουμε να πάρουμε λίγες βαθιές ανάσες, βάζοντας χειρόφρενο στο αντίχριστο σχέδιο της Παγκόσμιας Δικτατορίας, η υλοποίηση του οποίου περνά μέσα από την διάλυση της Ελλάδος ως κέντρου Ορθοδοξίας.